Ο ποταμός Αχελώος πηγάζει από την οροσειρά της Πίνδου και μετά από μια διαδρομή 220 χιλιομέτρων εκβάλλει στο Ιόνιο πέλαγος και σχηματίζει έναν από τους πιο σημαντικούς υγροβιότοπους της Μεσογείου που προστατεύεται από τη Διεθνή Σύμβαση Ραμσάρ. Είναι ο δεύτερος σε μήκος ποταμός της Ελλάδας και οριοθετεί φυσικά την Ήπειρο από τη Θεσσαλία. Τα ορμητικά νερά του, η άγρια ομορφιά του αλλά και η ζωοδόχος του επίδραση τον ανύψωσαν στο πάνθεο των αρχαίων Ελλήνων.

Τα οργισμένα του νερά που τον έκαναν να παίρνει τη μορφή ενός φιδιού ή ταύρου ή ανθρωπόμορφου ταύρου τιθάσευσε ο ήρωας Ηρακλής όταν αναμετρήθηκε μαζί του για χάρη της Δηιάνειρας. Ο Hρακλής νίκησε τον Aχελώο, του έσπασε το ένα κέρατο και τον έριξε στο χώμα. Ο Αχελώος τότε, για να πάρει το κέρατό του πίσω από τον Ηρακλή, του χάρισε το Κέρας της Αμάλθειας, σύμβολο της αφθονίας, της πλησμονής των αγαθών και της ευημερίας των ανθρώπων. Ο μύθος συμβολίζει τη δημιουργία γόνιμων εδαφών μετά τη διευθέτηση του ορμητικού ποταμού και την κατασκευή αντιπλημμυρικών, αποστραγγιστικών και αρδευτικών έργων.

Η Ήπειρος και η Δυτική Ελλάδα δε στερήθηκαν από νερό. Το νερό εκεί ήταν πάντα άφθονο. Τα σύννεφα που έρχονται από τα δυτικά προς τα ανατολικά σκοντάφτουν στην οροσειρά της Πίνδου και ευλογούν το χώμα με πολλή βροχή. Από την άλλη μεριά της οροσειράς απλώνεται η Θεσσαλία που, παρά τη μικρή απόσταση, δέχεται πολύ λιγότερη βροχή.

Στην πεδιάδα της Θεσσαλίας εναπόθεσε η νεότερη Ελλάδα από τις αρχές του 20ου αιώνα τις ελπίδες της για αυτάρκεια σε γεωργικά προϊόντα και είδη διατροφής. Την ίδια εποχή ξεκινά και η υπόθεση της εξεύρεσης λύσης για την επαρκή «παντοτινή» άρδευση του Θεσσαλικού κάμπου, ώστε αυτός να μπορεί να καλύψει τις ανάγκες ενός ταχέως αυξανόμενου πληθυσμού. Τη Θεσσαλία διασχίζει ο Πηνειός, ο τρίτος μεγαλύτερος ποταμός της Ελλάδας, από την Πίνδο προς το Βόρειο Αιγαίο.

Η ιδέα για την εκτροπή των νερών του Αχελώου για την αρδευτική αξιοποίηση τους στην πεδιάδα της Θεσσαλίας διατυπώνεται το 1925. Τις επόμενες δεκαετίες το προτεινόμενο έργο καθώς μελετάται, εξαγγέλλεται και απορρίπτεται πολλές φορές. Ταυτόχρονα όμως με τον τεράστιο όγκο προφορικού και γραπτού λόγου που παράγεται σχετικά με τον Αχελώο, κατασκευάζονται τα φράγματα των Κρεμαστών (1966), του Καστρακίου (1969), του Στράτου (1989) και το φράγμα του Ταυρωπού (λίμνη Πλαστήρα) (1959) για την ενεργειακή και αρδευτική αξιοποίησή του, ανακόπτοντας τη φυσική ροή του και μετατρέποντας ουσιαστικά τον άγριο Αχελώο σε ένα τεχνητό ποτάμι.

Επιπρόσθετα σε αυτές τις επεμβάσεις σχεδιάστηκαν και προχώρησαν τα έργα που, συνολικά, θα ολοκλήρωναν την εκτροπή του Αχελώου. Αυτά τα έργα είναι τα φράγματα της Μεσοχώρας (το «έργο κεφαλής» για την εκτροπή του Αχελώου που ολοκληρώθηκε το 2001), της Συκιάς (το βασικό έργο της εκτροπής που είναι σήμερα στο 60% της ολοκλήρωσης του), του Μουζακίου (που μελετάται), της Πύλης Τρικάλων (που μελετάται) και οι σήραγγες μεταφοράς νερού δεκάδων χιλιομέτρων που συνδέουν αυτές τις περιοχές.

Κυβερνήσεις, η ΔΕΗ, επιστήμονες και διάφοροι τοπικοί και υπερτοπικοί φορείς επιθυμούν την ολοκλήρωση των έργων και την «αυτόνομη» λειτουργία τους. Η απόδοση του τεράστιου χρηματικού ποσού που έχει δαπανηθεί ήδη για αυτά τα έργα και η ενεργειακή τους αξιοποίηση αποτελούν ισχυρά κίνητρα και ερείσματα για την «αυτόνομη» λειτουργία τους.

Κάτοικοι της Παραχελωίτιδας γης, περιβαλλοντικές οργανώσεις, επιστήμονες, και διάφοροι τοπικοί και υπερτοπικοί φορείς ανησυχούν ότι αντί για την ολοκλήρωση των έργων για την «αυτόνομη» λειτουργία τους, εξελίσσεται μπροστά στα μάτια όλων ένα σχέδιο σαλαμοποίησης του σχεδίου εκτροπής του Αχελώου σε μικρότερα κομμάτια. Η άποψη αυτή βρίσκει ερείσματα στην για δεκαετίες συνέχιση, πότε σιωπηρή πότε με τυμπανοκρουσίες, ενός έργου που έχει ακυρωθεί δικαστικά 6 φορές από το ανώτατο δικαστήριο της χώρας, παραβιάζει τη νομοθεσία της Ελλάδας και της ΕΕ σχετικά με τη διαχείριση των υδάτων, την προστασία του περιβάλλοντος και τη βιώσιμη ανάπτυξη, και συνιστά μια περιβαλλοντική και οικονομική αδικία εις βάρος των κατοίκων της Δυτικής Στερεάς Ελλάδας.

Οι υποστηρικτές του έργου αντιτάσσουν την ανάγκη επίλυσης των προβλημάτων του Θεσσαλικού κάμπου, όπως η μείωση της παροχής του Πηνειού και το οριακό σημείο που έχει φθάσει η νιτρική ρύπανσή του από τα φυτοφάρμακα, η εξάντληση του υδροφόρου ορίζοντα κ.ά.

Οι αντίπαλοι του έργου αντιτάσσουν ότι τα προβλήματα του Θεσσαλικού κάμπου μπορούν να επιλυθούν με μέτρα και επεμβάσεις για την εξοικονόμηση νερού και τη μείωση της ζήτησης για γεωργική χρήση και με τοπικές διευθετήσεις των υδάτων στα γεωγραφικά πλαίσια του Υδατικού Διαμερίσματος της Θεσσαλίας.

Ο διάλογος παρά την ισχύ της νομοθεσίας και των σχετικών δικαστικών αποφάσεων συνεχίζεται και παρουσιάζει ενδιαφέρον. Ταυτόχρονα τα έργα συνεχίζονται. «Αυτόνομα» το καθένα. Και αυτό παρουσιάζει ενδιαφέρον …

Written by: Fouka Elisavet, student in the Department of Pedagogy, University of Athens, Greece